Εριστικός στα φινλανδικά

Μετάφραση: εριστικός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
taistelija, riitaisa, riidanhaluinen, riitaisia, riitaiset, riidanhaluisena
Εριστικός στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εριστικός

εριστικός στα αγγλικα, εριστικός αγγλικά, εριστικός συνώνυμα, εριστικός συνώνυμο, εριστικός ιστός, εριστικός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εριστικός στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • ερημικός στα φινλανδικά - erakko, recluse, erakon
  • ερημώνω στα φινλανδικά - nujertaa, hävittää, murtua, autioittaa, kukistaa, tehdä autioksi, karjaansa, ...
  • ερμηνεία στα φινλανδικά - sanasto, tulkkaus, näkemys, tulkinta, kiilto, tulkintaa, tulkinnan, ...
  • ερμηνεύω στα φινλανδικά - tulkita, selittää, lukea, lukenut, lue, lukemaan, lue aiheesta
Τυχαίες λέξεις
Εριστικός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: taistelija, riitaisa, riidanhaluinen, riitaisia, riitaiset, riidanhaluisena