Εριστικός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: εριστικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сварлівы, вывернуты
Εριστικός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εριστικός

εριστικός στα αγγλικα, εριστικός αγγλικά, εριστικός συνώνυμα, εριστικός συνώνυμο, εριστικός ιστός, εριστικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εριστικός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ερημικός στα λευκορωσικά - пустэльнік, самотнік, пустэльнік можа
  • ερημώνω στα λευκορωσικά - насельніцтва зменшылася, народ паменшаў
  • ερμηνεία στα λευκορωσικά - блiскучы, пераклад, пераклад на, пераклад на беларускую, перавод
  • ερμηνεύω στα λευκορωσικά - перевадзiць, чытаць
Τυχαίες λέξεις
Εριστικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: сварлівы, вывернуты