Εριστικός στα νορβηγικά
Μετάφραση: εριστικός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kranglesyk, kranglete, krakilsk, trettekjær, trettekjære
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εριστικός
εριστικός στα αγγλικα, εριστικός αγγλικά, εριστικός συνώνυμα, εριστικός συνώνυμο, εριστικός ιστός, εριστικός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εριστικός στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ερημικός στα νορβηγικά - eneboer, recluse, eneboer som
- ερημώνω στα νορβηγικά - ødelegge, herje, avfolke, avbefolkning, avbefolke
- ερμηνεία στα νορβηγικά - tolkning, glans, fortolkning, tolkningen, fortolkningen, tolking
- ερμηνεύω στα νορβηγικά - fortolke, tyde, lese, les, lest, å lese, leser
Τυχαίες λέξεις
Εριστικός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: kranglesyk, kranglete, krakilsk, trettekjær, trettekjære
Μεταφράσεις: kranglesyk, kranglete, krakilsk, trettekjær, trettekjære