Αθροιστικός στα ισπανικά

Μετάφραση: αθροιστικός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
acumulativo, acumulativa, acumulativos, acumulado, acumulada
Αθροιστικός στα ισπανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αθροιστικός

αθροιστικός πονοκέφαλος, αθροιστικός λεξικό γλώσσας ισπανικά, αθροιστικός στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • αθλητικά στα ισπανικά - atletismo, deportes, deportivo, Deporte, Sports, de deportes
  • αθλητικός στα ισπανικά - atlético, deportivo, atlética, atletismo, deportiva
  • αθωότητα στα ισπανικά - inocencia, la inocencia, inocente, inocencia de
  • αθωώνω στα ισπανικά - absolver, exculpar, exculpar a, exculparse, disculpar, exculparse a
Τυχαίες λέξεις
Αθροιστικός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: acumulativo, acumulativa, acumulativos, acumulado, acumulada