Αθροιστικός στα ρωσικά

Μετάφραση: αθροιστικός, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
совокупный, кумулятивный, накопленный, накопительный, накопительная, аккумулятивный
Αθροιστικός στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αθροιστικός

αθροιστικός πονοκέφαλος, αθροιστικός λεξικό γλώσσας ρωσικά, αθροιστικός στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • αθλητικά στα ρωσικά - атлетика, атлет, спортивный, Спорт, спорта, Спортивные, виды спорта
  • αθλητικός στα ρωσικά - спортивный, физкультурный, атлетический, Спортивное, спортивная, атлетические упражнения
  • αθωότητα στα ρωσικά - простота, глупость, безупречность, безвредность, невиновность, незнание, неискушенность, ...
  • αθωώνω στα ρωσικά - высвободить, освободить, оправдывать, выплатить, выполнить, выплачивать, уволить, ...
Τυχαίες λέξεις
Αθροιστικός στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: совокупный, кумулятивный, накопленный, накопительный, накопительная, аккумулятивный