Αθροιστικός στα νορβηγικά

Μετάφραση: αθροιστικός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
accumulative, akkumulerte, akkumulativ, akkumulative, akkumuler
Αθροιστικός στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αθροιστικός

αθροιστικός πονοκέφαλος, αθροιστικός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, αθροιστικός στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • αθλητικά στα νορβηγικά - sport, idrett, idretter, Sports, sports
  • αθλητικός στα νορβηγικά - atletisk, atle, athletic, atletiske
  • αθωότητα στα νορβηγικά - uskyldighet, uskyld, uskyldig, uskyldige, uskylden
  • αθωώνω στα νορβηγικά - frikjenne, exculpate
Τυχαίες λέξεις
Αθροιστικός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: accumulative, akkumulerte, akkumulativ, akkumulative, akkumuler