Αθροιστικός στα ρουμανικά
Μετάφραση: αθροιστικός, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
acumulativ, acumulative, cumulativ, acumulativă, acumulativă și
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αθροιστικός
αθροιστικός πονοκέφαλος, αθροιστικός λεξικό γλώσσας ρουμανικά, αθροιστικός στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- αθλητικά στα ρουμανικά - sport, Sporturi, Sports, sportive, de sport
- αθλητικός στα ρουμανικά - atletic, Athletic, atletice, atletica, atletică
- αθωότητα στα ρουμανικά - inocenţă, nevinovăție, nevinovăția, nevinovăției, inocenta, inocența
- αθωώνω στα ρουμανικά - disculpa, disculpe, dezvinovățească, disculpa pe
Τυχαίες λέξεις
Αθροιστικός στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: acumulativ, acumulative, cumulativ, acumulativă, acumulativă și
Μεταφράσεις: acumulativ, acumulative, cumulativ, acumulativă, acumulativă și