Κυρώνω στα ισπανικά
Μετάφραση: κυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ratificar, validar, ratifica, ratifique, ratifica la, ratifica el
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυρώνω
ακυρώνω μετάφραση, κρίνω σημασία, κυρώνω λεξικό γλώσσας ισπανικά, κυρώνω στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- κυρτός στα ισπανικά - inclinación, convexo, convexa, convexas, convexos, convexa de
- κυρτώνω στα ισπανικά - curva, encorvarse, combar, encorvar, curvatura, torcer, curvo, ...
- κυτταρικός στα ισπανικά - celular, celulares, móvil, celular de
- κυψέλη στα ισπανικά - colmena, subárbol, la colmena, colmena de, hervidero
Τυχαίες λέξεις
Κυρώνω στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: ratificar, validar, ratifica, ratifique, ratifica la, ratifica el
Μεταφράσεις: ratificar, validar, ratifica, ratifique, ratifica la, ratifica el