Κυρώνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ратыфікуе, ратыфікуюць, ці ратыфікуе
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυρώνω
ακυρώνω μετάφραση, κρίνω σημασία, κυρώνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κυρώνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κυρτός στα λευκορωσικά - выпуклы, пукаты, выпуклую, выпуклость, з пукатаю паверхняю
- κυρτώνω στα λευκορωσικά - выпукласць, выпуклае, выпукласьць
- κυτταρικός στα λευκορωσικά - сотавы, сотовый, мабільны, сотавага
- κυψέλη στα λευκορωσικά - вулей
Τυχαίες λέξεις
Κυρώνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ратыфікуе, ратыфікуюць, ці ратыфікуе
Μεταφράσεις: ратыфікуе, ратыфікуюць, ці ратыфікуе