Κυρώνω στα ρουμανικά
Μετάφραση: κυρώνω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ratifica, ratifică
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυρώνω
ακυρώνω μετάφραση, κρίνω σημασία, κυρώνω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, κυρώνω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- κυρτός στα ρουμανικά - îndemânare, convex, convexă, convexe, convexa
- κυρτώνω στα ρουμανικά - curbă, bomba, camber, convexitate, de cădere, unghiul de cădere
- κυτταρικός στα ρουμανικά - celular, celulare, celulară, celulara, mobil
- κυψέλη στα ρουμανικά - stup, de stup, stupul, stup de, stupului
Τυχαίες λέξεις
Κυρώνω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: ratifica, ratifică
Μεταφράσεις: ratifica, ratifică