Οριστικός στα ισπανικά

Μετάφραση: οριστικός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
expreso, definido, definitivo, definitiva, definitivos, definitivas, definitivamente
Οριστικός στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οριστικός

οριστικός αγγλικά, οριστικός τίτλος διαμονής, οριστικός τίτλος νόμιμης διαμονής, οριστικός στα αγγλικα, οριστικός συνώνυμο, οριστικός λεξικό γλώσσας ισπανικά, οριστικός στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • ορισμός στα ισπανικά - definición, cita, nombramiento, designación, definiciones, definiciones en, de definiciones, ...
  • οριστικά στα ισπανικά - definitivamente, sin duda, duda
  • ορκίζομαι στα ισπανικά - jurar, blasfemar, juro, jure, jura, juran
  • ορκισμένος στα ισπανικά - jurada, jurado, juramentada, juramento, juramentado
Τυχαίες λέξεις
Οριστικός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: expreso, definido, definitivo, definitiva, definitivos, definitivas, definitivamente