Οριστικός στα ιταλικά
Μετάφραση: οριστικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
definitivo, definitiva, tue, alle tue, definitivi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οριστικός
οριστικός αγγλικά, οριστικός τίτλος διαμονής, οριστικός τίτλος νόμιμης διαμονής, οριστικός στα αγγλικα, οριστικός συνώνυμο, οριστικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, οριστικός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ορισμός στα ιταλικά - definizione, appuntamento, definizioni, dizionario, di definizioni
- οριστικά στα ιταλικά - decisamente, sicuramente, definitivamente, assolutamente, certamente
- ορκίζομαι στα ιταλικά - bestemmiare, imprecare, giurare, giuro, giura, giurano
- ορκισμένος στα ιταλικά - giurato, giurata, giuramento, giurato di, giurare
Τυχαίες λέξεις
Οριστικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: definitivo, definitiva, tue, alle tue, definitivi
Μεταφράσεις: definitivo, definitiva, tue, alle tue, definitivi