Γεμίζω στα λατινικά

Μετάφραση: γεμίζω, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
effercio, onus, pondus
Γεμίζω στα λατινικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γεμίζω

πληρώνω γεμίζω, γεμίζω το ποτήρι μου και πίνω τρεισ φορέσ, γεμίζω συνώνυμα, γεμίζω συνώνυμο, γεμίζω αδειάζω τασάκια, γεμίζω λεξικό γλώσσας λατινικά, γεμίζω στα λατινικά

Μεταφράσεις

  • γεμάτος στα λατινικά - plenus
Τυχαίες λέξεις
Γεμίζω στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: effercio, onus, pondus