Γεμίζω στα ρουμανικά

Μετάφραση: γεμίζω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
povară, umple, completați, completa, să completați, fluiere
Γεμίζω στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γεμίζω

πληρώνω γεμίζω, γεμίζω το ποτήρι μου και πίνω τρεισ φορέσ, γεμίζω συνώνυμα, γεμίζω συνώνυμο, γεμίζω αδειάζω τασάκια, γεμίζω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, γεμίζω στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • γελώ στα ρουμανικά - glumă, râde, râs, râd, rade, rad
  • γεμάτος στα ρουμανικά - complet, plin, deplin, completă, integrala, deplină
  • γενέθλια στα ρουμανικά - zi de naștere, aniversare, Data nasterii, ziua, ziua de nastere
  • γενίκευση στα ρουμανικά - generalizare, generalizarea, de generalizare, generalizării, generalizări
Τυχαίες λέξεις
Γεμίζω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: povară, umple, completați, completa, să completați, fluiere