Απελπισμένος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: απελπισμένος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
безнадзейны
Απελπισμένος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απελπισμένος

απελπισμένος μεταφραση, απελπισμένος συνώνυμα, απελπισμένος δήμαρχος, απελπισμένος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, απελπισμένος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • απελαύνω στα λευκορωσικά - высылаць, дасылаць, высылать
  • απελευθερώνω στα λευκορωσικά - вызваляць
  • απενεργοποιώ στα λευκορωσικά - забараняць
  • απερίσκεπτος στα λευκορωσικά - няўважлівы
Τυχαίες λέξεις
Απελπισμένος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: безнадзейны