Απελπισμένος στα σλοβενικά

Μετάφραση: απελπισμένος, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
brezupna, brezupno, brezupen, brezupne, brezupni
Απελπισμένος στα σλοβενικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απελπισμένος

απελπισμένος μεταφραση, απελπισμένος συνώνυμα, απελπισμένος δήμαρχος, απελπισμένος λεξικό γλώσσας σλοβενικά, απελπισμένος στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • απελαύνω στα σλοβενικά - izgnati, izženejo, izstreljevanje, pregnati, izžene
  • απελευθερώνω στα σλοβενικά - osvoboditev, osvobodi, osvoboditi, osvobodijo, osvobodili
  • απενεργοποιώ στα σλοβενικά - onemogočiti, onemogočite, onemogoči, onemogočanje, onesposobiti
  • απερίσκεπτος στα σλοβενικά - liják, impulzivní, Nepremišljeno, brezobziren, inconsiderate, nepremišljen, brezobzirno
Τυχαίες λέξεις
Απελπισμένος στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: brezupna, brezupno, brezupen, brezupne, brezupni