Στυλό στα λευκορωσικά

Μετάφραση: στυλό, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ручка
Στυλό στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στυλό

στυλό cross, στυλό με κάμερα, στυλό διαρκείας, στυλό ή στιλό, στυλό για δώρο, στυλό λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, στυλό στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • στυγνός στα λευκορωσικά - жорсткі, люты, жорсткае
  • στυλοβάτης στα λευκορωσικά - аплот, апора, апору, апірышча, оплот
  • στυφός στα λευκορωσικά - з'едлівы, едкі, зьедлівы, ядавіты
  • στυφότητα στα λευκορωσικά - даўкасць
Τυχαίες λέξεις
Στυλό στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ручка