Στυλό στα σουηδικά
Μετάφραση: στυλό, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
penna, pennan, penn, skriva
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στυλό
στυλό cross, στυλό με κάμερα, στυλό διαρκείας, στυλό ή στιλό, στυλό για δώρο, στυλό λεξικό γλώσσας σουηδικά, στυλό στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- στυγνός στα σουηδικά - brutala, brutal, brutalt
- στυλοβάτης στα σουηδικά - stöd, stödja, pelare, stöttepelare, mainstay, stöttepelaren, på Mainstay
- στυφός στα σουηδικά - bitter, fräna, frän, syrlig, acrid
- στυφότητα στα σουηδικά - skärpa, strävhet, kärvhet, adstringens, förstoppande effekt, astringency
Τυχαίες λέξεις
Στυλό στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: penna, pennan, penn, skriva
Μεταφράσεις: penna, pennan, penn, skriva