Στυλό στα ισλανδικά

Μετάφραση: στυλό, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
rétt, penni, lyfjapenni, penna, lyfjapenna, penninn
Στυλό στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στυλό

στυλό cross, στυλό με κάμερα, στυλό διαρκείας, στυλό ή στιλό, στυλό για δώρο, στυλό λεξικό γλώσσας ισλανδικά, στυλό στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • στυγνός στα ισλανδικά - grimmur, Brutal
  • στυλοβάτης στα ισλανδικά - máttarstólpum, Mainstay, burðarvirki, kjölfesta
  • στυφός στα ισλανδικά - acrid
  • στυφότητα στα ισλανδικά - astringency
Τυχαίες λέξεις
Στυλό στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: rétt, penni, lyfjapenni, penna, lyfjapenna, penninn