Στυλό στα λιθουανικά
Μετάφραση: στυλό, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
rašiklis, plunksnakotis, parkeris, švirkštimo priemonės, tušinukas, rašiklį
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στυλό
στυλό cross, στυλό με κάμερα, στυλό διαρκείας, στυλό ή στιλό, στυλό για δώρο, στυλό λεξικό γλώσσας λιθουανικά, στυλό στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- στυγνός στα λιθουανικά - tylus, bejausmis, žiaurus, brutalus, žiauriai, brutali, žiaurūs
- στυλοβάτης στα λιθουανικά - ramstis, pagrindinis ramstis, ramsčiu
- στυφός στα λιθουανικά - kandus, aitrus, aštrus, Dębak, erzinantis
- στυφότητα στα λιθουανικά - Atšiaurių
Τυχαίες λέξεις
Στυλό στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: rašiklis, plunksnakotis, parkeris, švirkštimo priemonės, tušinukas, rašiklį
Μεταφράσεις: rašiklis, plunksnakotis, parkeris, švirkštimo priemonės, tušinukas, rašiklį