Στυλό στα φινλανδικά

Μετάφραση: στυλό, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kynäillä, rangaistuslaitos, kirjoittaa, kynä, työlaitos, mustekynä, kynän, kynää, pen, kynässä
Στυλό στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στυλό

στυλό cross, στυλό με κάμερα, στυλό διαρκείας, στυλό ή στιλό, στυλό για δώρο, στυλό λεξικό γλώσσας φινλανδικά, στυλό στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • στυγνός στα φινλανδικά - kova, kalsea, paatunut, känsäinen, tyly, brutaali, julma, ...
  • στυλοβάτης στα φινλανδικά - sarake, tukea, tuki, kulissi, noja, tolppa, pölkky, ...
  • στυφός στα φινλανδικά - karvas, katutyttö, terävä, kirpeä, pisteliäs, acrid, kitkerä, ...
  • στυφότητα στα φινλανδικά - katkeruus, astringency, supistavuus tai jumoavuus, kutistuvuus
Τυχαίες λέξεις
Στυλό στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kynäillä, rangaistuslaitos, kirjoittaa, kynä, työlaitos, mustekynä, kynän, kynää, pen, kynässä