Ασυδοσία στα νορβηγικά
Μετάφραση: ασυδοσία, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
immunitet, immunforsvar, immuniteten, immunforsvaret
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασυδοσία
ασυδοσία συνώνυμα, ασυδοσία ετυμολογία, ασυδοσία λεξικό, ασυδοσία translate, ελευθερία ασυδοσία, ασυδοσία λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ασυδοσία στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- αστυφύλακας στα νορβηγικά - politikonstabel, konstabel, Constable, lensmannen, konstabelen, lensmann
- αστός στα νορβηγικά - bykaren, bykar, Townsman, bymannen, av Townsman
- ασυλία στα νορβηγικά - tilflukt, asyl, immunitet, immunforsvar, immuniteten, immunforsvaret
- ασυμβίβαστος στα νορβηγικά - uforenlig, inkompatible, inkompatibel, uforenlige, inkompatibelt
Τυχαίες λέξεις
Ασυδοσία στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: immunitet, immunforsvar, immuniteten, immunforsvaret
Μεταφράσεις: immunitet, immunforsvar, immuniteten, immunforsvaret