Ασυδοσία στα ουγγρικά
Μετάφραση: ασυδοσία, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
mentesség, immunitás, mentelmi, mentességet, immunitást
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασυδοσία
ασυδοσία συνώνυμα, ασυδοσία ετυμολογία, ασυδοσία λεξικό, ασυδοσία translate, ελευθερία ασυδοσία, ασυδοσία λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ασυδοσία στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αστυφύλακας στα ουγγρικά - rendőr, Constable, csendőr, rendõr
- αστός στα ουγγρικά - városlakó, polgárház, készült polgárház
- ασυλία στα ουγγρικά - menhely, immunitás, mentelmi, mentesség, mentességet, immunitást
- ασυμβίβαστος στα ουγγρικά - inkompatibilis, összeegyezhetetlen, összeegyeztethetetlen, összeférhetetlen, összeegyeztethetetlennek, összeegyeztethetetlenek, egyeztethető
Τυχαίες λέξεις
Ασυδοσία στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: mentesség, immunitás, mentelmi, mentességet, immunitást
Μεταφράσεις: mentesség, immunitás, mentelmi, mentességet, immunitást