Οδήγηση στα ουγγρικά
Μετάφραση: οδήγηση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hajtó, autózás, becsavarás, kihajtás, vezetés, vezetési, vezetői, vezetést
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδήγηση
οδήγηση ονειροκριτης, οδήγηση υπό την επήρεια οινοπνεύματος, οδήγηση ferrari, οδήγηση σε ανηφόρα, οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, οδήγηση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, οδήγηση στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- οβελίσκος στα ουγγρικά - obeliszk, Obelisk, obeliszket, obeliszkje
- ογκώδης στα ουγγρικά - terjedelmes, nagyméretű, vaskos, testes
- οδηγία στα ουγγρικά - irányelv, irányelvben, irányelvnek, az irányelv, irányelvet
- οδηγός στα ουγγρικά - útikönyv, útmutató, példamutatás, útikalauz, kalauz, irányítani, vezető, ...
Τυχαίες λέξεις
Οδήγηση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: hajtó, autózás, becsavarás, kihajtás, vezetés, vezetési, vezetői, vezetést
Μεταφράσεις: hajtó, autózás, becsavarás, kihajtás, vezetés, vezetési, vezetői, vezetést