Οδήγηση στα σλοβενικά
Μετάφραση: οδήγηση, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vožnja, vožnje, gonilna, vozniško, vožnjo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδήγηση
οδήγηση ονειροκριτης, οδήγηση υπό την επήρεια οινοπνεύματος, οδήγηση ferrari, οδήγηση σε ανηφόρα, οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, οδήγηση λεξικό γλώσσας σλοβενικά, οδήγηση στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- οβελίσκος στα σλοβενικά - obelisk, obeliska, obeliskom, obeliskom pa
- ογκώδης στα σλοβενικά - masivní, zajetno, kosovni, kosovnih, razsutih, zbita
- οδηγία στα σλοβενικά - direktiva, smernice, Direktivo, direktiva o, direktive, Direktivi
- οδηγός στα σλοβενικά - direktiva, šofér, vodič, vodnik, usmerjanje, vodil, vodilo
Τυχαίες λέξεις
Οδήγηση στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: vožnja, vožnje, gonilna, vozniško, vožnjo
Μεταφράσεις: vožnja, vožnje, gonilna, vozniško, vožnjo