Οδήγηση στα φινλανδικά
Μετάφραση: οδήγηση, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ajo, Kuljettajan, driving, ajo-
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδήγηση
οδήγηση ονειροκριτης, οδήγηση υπό την επήρεια οινοπνεύματος, οδήγηση ferrari, οδήγηση σε ανηφόρα, οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, οδήγηση λεξικό γλώσσας φινλανδικά, οδήγηση στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- οβελίσκος στα φινλανδικά - obeliski, Obelisk, obeliskin, Obeliskista
- ογκώδης στα φινλανδικά - jykevä, roteva, mittava, iso, tilaa vieviä, vieviä, tilaa vievien, ...
- οδηγία στα φινλανδικά - toimintaohje, direktiivi, ohjaava, johtava, ohje, ohjeellinen, direktiivin, ...
- οδηγός στα φινλανδικά - ajuri, ohjaaja, johdattaa, malli, opaskirja, säädellä, ohje, ...
Τυχαίες λέξεις
Οδήγηση στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: ajo, Kuljettajan, driving, ajo-
Μεταφράσεις: ajo, Kuljettajan, driving, ajo-