Οδήγηση στα σουηδικά
Μετάφραση: οδήγηση, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
körning, driv, drivande, driving, förar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οδήγηση
οδήγηση ονειροκριτης, οδήγηση υπό την επήρεια οινοπνεύματος, οδήγηση ferrari, οδήγηση σε ανηφόρα, οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ, οδήγηση λεξικό γλώσσας σουηδικά, οδήγηση στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- οβελίσκος στα σουηδικά - obelisk, obelisken
- ογκώδης στα σουηδικά - massiv, skrymmande, klumpig, klumpiga, bulkig, utrymmeskrävande
- οδηγία στα σουηδικά - anvisning, direktiv, direktivet, till direktiv, av direktiv
- οδηγός στα σουηδικά - ledare, förare, guide, leda, chaufför, rådgivare, föra, ...
Τυχαίες λέξεις
Οδήγηση στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: körning, driv, drivande, driving, förar
Μεταφράσεις: körning, driv, drivande, driving, förar