Επιβλέπω στα σουηδικά

Μετάφραση: επιβλέπω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
superintend, öfver, förestå
Επιβλέπω στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιβλέπω

επιβάλλω αγγλικα, επιβάλλω english, επιβλέπω αόριστοσ, επιβλέπω translation, επιβάλλω στα αγγλικά, επιβλέπω λεξικό γλώσσας σουηδικά, επιβλέπω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • επιβιβάζομαι στα σουηδικά - kost, tavla, bord, planka, nämnd, ombord, inleda, ...
  • επιβιβάζω στα σουηδικά - ombord, inleda, påbörja, slå in, gå ombord
  • επιβλαβής στα σουηδικά - skadlig, skadligt, skadliga, skada, farligt
  • επιβλητικός στα σουηδικά - värdig, införande, införande av, om införande, om införande av, införa
Τυχαίες λέξεις
Επιβλέπω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: superintend, öfver, förestå