Κρίνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κρίνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
съдия, съдията, съдии, съди
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρίνω
κρίνω ετυμολογία, κρίνω συνώνυμο, κρίνω αρχικοί χρόνοι, κρίνω english, κρίνω λύνω, κρίνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κρίνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κρίμα στα βουλγαρικά - жал, състрадание, жалост, милост, жалко
- κρίνος στα βουλγαρικά - лилия, Лили, момина, Lily, на Лили
- κρίση στα βουλγαρικά - криза, кризи, на кризи, кризата
- κρίσιμος στα βουλγαρικά - критичен, критична, критично, критични, критичната
Τυχαίες λέξεις
Κρίνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: съдия, съдията, съдии, съди
Μεταφράσεις: съдия, съдията, съдии, съди