Κρίνω στα ουγγρικά
Μετάφραση: κρίνω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bíró, bírónak, bírói, A bíró, bírót
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρίνω
κρίνω ετυμολογία, κρίνω συνώνυμο, κρίνω αρχικοί χρόνοι, κρίνω english, κρίνω λύνω, κρίνω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κρίνω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- κρίμα στα ουγγρικά - szégyenkezés, kár, szánalom, sajnálatos, szánalmat
- κρίνος στα ουγγρικά - liliom, Lily, gyöngyvirág, liliomot
- κρίση στα ουγγρικά - megítélés, döntés, válság, válságot, válságra, válságból, válsággal
- κρίσιμος στα ουγγρικά - válságos, kritikus, kritikai, a kritikus, létfontosságú, fontos
Τυχαίες λέξεις
Κρίνω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: bíró, bírónak, bírói, A bíró, bírót
Μεταφράσεις: bíró, bírónak, bírói, A bíró, bírót