Κρίνω στα εσθονικά

Μετάφραση: κρίνω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
arvama, kohtunik, kohtuniku, kohtunikule, kohtunikul
Κρίνω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κρίνω

κρίνω ετυμολογία, κρίνω συνώνυμο, κρίνω αρχικοί χρόνοι, κρίνω english, κρίνω λύνω, κρίνω λεξικό γλώσσας εσθονικά, κρίνω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • κρίμα στα εσθονικά - häbi, haletsema, haletsus, häbistama, kahju, kahetsusväärne, Kahjuks
  • κρίνος στα εσθονικά - liilia, Lily, Liiliad
  • κρίση στα εσθονικά - hinnang, otsustus, kriis, kriisi, kriisist, kriisile, kriisiga
  • κρίσιμος στα εσθονικά - ülioluline, kriitiline, kriitilise, kriitiliste, kriitilised, kriitilist
Τυχαίες λέξεις
Κρίνω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: arvama, kohtunik, kohtuniku, kohtunikule, kohtunikul