Κρίνω στα λιθουανικά
Μετάφραση: κρίνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
teisėjas, teisėjo, teisėjui, teisėja
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρίνω
κρίνω ετυμολογία, κρίνω συνώνυμο, κρίνω αρχικοί χρόνοι, κρίνω english, κρίνω λύνω, κρίνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κρίνω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κρίμα στα λιθουανικά - nemalonė, nešlovė, gėda, apgailestauti, gaila, Deja
- κρίνος στα λιθουανικά - lelija, Lily, lelijos, lelijų
- κρίση στα λιθουανικά - sprendimas, krizė, krizių, krizės, krizę, kriz
- κρίσιμος στα λιθουανικά - kritinis, kritiškai, kritinė, svarbus, svarbi
Τυχαίες λέξεις
Κρίνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: teisėjas, teisėjo, teisėjui, teisėja
Μεταφράσεις: teisėjas, teisėjo, teisėjui, teisėja