Κρίνω στα ρουμανικά
Μετάφραση: κρίνω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
judecător, judecator, judecătorului, judecătorul, judecător de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρίνω
κρίνω ετυμολογία, κρίνω συνώνυμο, κρίνω αρχικοί χρόνοι, κρίνω english, κρίνω λύνω, κρίνω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, κρίνω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- κρίμα στα ρουμανικά - ruine, ruşine, compătimi, milă, păcat, mila, pacat, ...
- κρίνος στα ρουμανικά - crin, Lily, crinul, de crin, crin de
- κρίση στα ρουμανικά - judecată, opinie, criză, criza, crizelor, crizei, crize
- κρίσιμος στα ρουμανικά - critic, critică, critice, critica, esențială
Τυχαίες λέξεις
Κρίνω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: judecător, judecator, judecătorului, judecătorul, judecător de
Μεταφράσεις: judecător, judecator, judecătorului, judecătorul, judecător de