Κρίνω στα κροατικά
Μετάφραση: κρίνω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
suditi, smatrati, razmatrati, odlučiti, sudac, sudija, sutkinja, sudac je, je sudac
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κρίνω
κρίνω ετυμολογία, κρίνω συνώνυμο, κρίνω αρχικοί χρόνοι, κρίνω english, κρίνω λύνω, κρίνω λεξικό γλώσσας κροατικά, κρίνω στα κροατικά
Μεταφράσεις
- κρίμα στα κροατικά - sramota, milosrđe, poruga, sažaljenje, žaliti, stid, beščašće, ...
- κρίνος στα κροατικά - ljiljan, Lily, ljiljana, Lily je, je Lily
- κρίση στα κροατικά - rasuđivanje, ocjena, presuda, prosuđivanje, kriza, krize, krizu, ...
- κρίσιμος στα κροατικά - krunice, kritičan, kritična, kritične, kritični, kritično
Τυχαίες λέξεις
Κρίνω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: suditi, smatrati, razmatrati, odlučiti, sudac, sudija, sutkinja, sudac je, je sudac
Μεταφράσεις: suditi, smatrati, razmatrati, odlučiti, sudac, sudija, sutkinja, sudac je, je sudac