Διυλιστήριο στα γερμανικά

Μετάφραση: διυλιστήριο, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
raffinerie, Raffinerie, Raffinerien
Διυλιστήριο στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διυλιστήριο

διυλιστήριο νερού, διυλιστήριο ελευσίνας, διυλιστήριο θεσσαλονίκης, διυλιστήριο πετρελαίου, διυλιστήριο πάφου, διυλιστήριο λεξικό γλώσσας γερμανικά, διυλιστήριο στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • διστακτικός στα γερμανικά - widerwillig, zurückhaltend, unentschlossen, zögernd, schüchtern, zögerlich, zögerliche, ...
  • διστακτικότητα στα γερμανικά - verzögerung, unterbrechung, unschlüssigkeit, Zögern, zu zögern, Bedenken, bedenkenlos
  • διφορούμενος στα γερμανικά - mehrdeutig, verschwommen, zweideutig, unklar, vieldeutig, eindeutig, mehrdeutigen
  • διχάζω στα γερμανικά - teilung, teilen, isolieren, verteilen, trennen, wasserscheide, gabeln, ...
Τυχαίες λέξεις
Διυλιστήριο στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: raffinerie, Raffinerie, Raffinerien