Κόρη στα γερμανικά

Μετάφραση: κόρη, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
tochter, Tochter, die Tochter
Κόρη στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κόρη

κόρη σαμαρά, κόρη αποκαλύπτει στον μπαμπά της ότι θα γίνει παππούς (video), κόρη μπατίστα, κόρη βενιζέλου, κόρη ματιού, κόρη λεξικό γλώσσας γερμανικά, κόρη στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • κόπωση στα γερμανικά - ermüden, müdigkeit, erschöpfen, erschöpfung, ermattung, ermüdung, Müdigkeit, ...
  • κόρα στα γερμανικά - frechheit, brotrinde, kruste, dreistigkeit, unverschämtheit, rinde, impertinenz, ...
  • κόρνα στα γερμανικά - hupe, horn, trompete, Horn, Hupe, Horns
  • κόσμημα στα γερμανικά - edelstein, kleinod, juwel, Schmuckstück, Juwel, Schmuck, jewel
Τυχαίες λέξεις
Κόρη στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: tochter, Tochter, die Tochter