Κόρη στα νορβηγικά
Μετάφραση: κόρη, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
datter, datteren, datteren min, Min datter, datters
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κόρη
κόρη σαμαρά, κόρη αποκαλύπτει στον μπαμπά της ότι θα γίνει παππούς (video), κόρη μπατίστα, κόρη βενιζέλου, κόρη ματιού, κόρη λεξικό γλώσσας νορβηγικά, κόρη στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- κόπωση στα νορβηγικά - tretthet, trettheten, trett, trøtthet, tretter
- κόρα στα νορβηγικά - skorpe, crust, skare, skorpen
- κόρνα στα νορβηγικά - horn, trompet, hornet
- κόσμημα στα νορβηγικά - edelstein, juvel, juvelen, perle, smykke, jewel
Τυχαίες λέξεις
Κόρη στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: datter, datteren, datteren min, Min datter, datters
Μεταφράσεις: datter, datteren, datteren min, Min datter, datters