Βοηθητικός στα εσθονικά

Μετάφραση: βοηθητικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
abiline, lisa-, abi-, lisateenused, abiteenistujate, abistava
Βοηθητικός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βοηθητικός

βοηθητικός χώρος ε9, βοηθητικός στο στρατό, βοηθητικόσ πάγκοσ κουζίνασ, βοηθητικός χώρος 4014, βοηθητικόσ χώροσ, βοηθητικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, βοηθητικός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • βοήθεια στα εσθονικά - aitama, abi, abistama, toetus, tugi, aidata, aitavad, ...
  • βοήθημα στα εσθονικά - abi, abistama, toetuse, toetust, riigiabi, toetus
  • βοηθός στα εσθονικά - aitama, assistent, abi, abiline, assistendi, assistendina
  • βοηθώ στα εσθονικά - abi, abistama, aitama, aidata, aitavad, aitab
Τυχαίες λέξεις
Βοηθητικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: abiline, lisa-, abi-, lisateenused, abiteenistujate, abistava