Βοηθητικός στα τούρκικα

Μετάφραση: βοηθητικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yardımcı, ek, yedek, yardımcı ilaç
Βοηθητικός στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βοηθητικός

βοηθητικός χώρος ε9, βοηθητικός στο στρατό, βοηθητικόσ πάγκοσ κουζίνασ, βοηθητικός χώρος 4014, βοηθητικόσ χώροσ, βοηθητικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, βοηθητικός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • βοήθεια στα τούρκικα - yardam, geçim, endişe, yardım, dikkat, yardım edin, yardımcı, ...
  • βοήθημα στα τούρκικα - dikkat, yardam, yardım, endişe, yardımı, yardımcı, yardımcısı, ...
  • βοηθός στα τούρκικα - yardam, yardım, asistan, yardımcı, yardımcısı, asistanı, assistant
  • βοηθώ στα τούρκικα - yardam, dikkat, yardım, endişe, yardım edin, yardımcı, yardımcı olmak, ...
Τυχαίες λέξεις
Βοηθητικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yardımcı, ek, yedek, yardımcı ilaç