Εμπρηστής στα εσθονικά

Μετάφραση: εμπρηστής, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
süütaja, süütajatena, keda otsib
Εμπρηστής στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμπρηστής

60χρονος εμπρηστής, εμπρηστής της βαρυμπόμπης, εμπρηστής ρόδος, εμπρηστής της χίου, εμπρηστής λεξικό γλώσσας εσθονικά, εμπρηστής στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • εμπορικός στα εσθονικά - kaubandus-, kaubanduslik, äri-, kaubandusliku, kaubanduslike
  • εμποτίζω στα εσθονικά - leotama, sünnipärane, sügavalt sisse immutama, sügavasti juurdunud
  • εμπρηστικός στα εσθονικά - sütitav, süütepomm, põletikuline, põletikuliste, põletikulised, põletikulise, põletikulisi
  • εμπριμέ στα εσθονικά - gravüür, trükis, printima, Sintti, Chintz
Τυχαίες λέξεις
Εμπρηστής στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: süütaja, süütajatena, keda otsib