Εμπρηστής στα τσεχικά

Μετάφραση: εμπρηστής, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
žhář, žhářem, žháře
Εμπρηστής στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμπρηστής

60χρονος εμπρηστής, εμπρηστής της βαρυμπόμπης, εμπρηστής ρόδος, εμπρηστής της χίου, εμπρηστής λεξικό γλώσσας τσεχικά, εμπρηστής στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • εμπορικός στα τσεχικά - komerční, obchodní, reklama, je komerční, obchodního
  • εμποτίζω στα τσεχικά - nasáknout, louhovat, namořit, máčet, namáčet, omočit, namočit, ...
  • εμπρηστικός στα τσεχικά - žhář, zápalný, pobuřovač, pobuřující, zánětlivý, zánětlivé, zánětlivá, ...
  • εμπριμέ στα τσεχικά - uveřejnit, razidlo, reprodukce, obrázek, vtlačit, výtisk, stopa, ...
Τυχαίες λέξεις
Εμπρηστής στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: žhář, žhářem, žháře