Καθοριστικός στα ισλανδικά
Μετάφραση: καθοριστικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ákveða, ákveðu, ráða, ræður, ráði
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθοριστικός
καθοριστικόσ ετυμολογία, καθοριστικός συνώνυμα, καθοριστικόσ ο ρόλοσ τησ ελλάδασ στη διαμόρφωση τησ ευρωπαϊκήσ ψηφιακήσ στρατηγικήσ, καθοριστικός στα αγγλικα, καθοριστικός english, καθοριστικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, καθοριστικός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- καθορίζω στα ισλανδικά - einsetja, tilvitna, tilgreina, ákveða, skilgreina, að skilgreina, define, ...
- καθορισμένος στα ισλανδικά - fast, fastur, fasta, föstum, föst
- καθρέφτης στα ισλανδικά - spegill, Mirror, spegil, Daily Mirror, spegla
- καθυστέρηση στα ισλανδικά - frestur, tafir, töf, seinkun, tefja, tafar
Τυχαίες λέξεις
Καθοριστικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ákveða, ákveðu, ráða, ræður, ráði
Μεταφράσεις: ákveða, ákveðu, ráða, ræður, ráði