Καθοριστικός στα ισπανικά

Μετάφραση: καθοριστικός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
decisivo, determinante, factor determinante, determinantes, determinante de
Καθοριστικός στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθοριστικός

καθοριστικόσ ετυμολογία, καθοριστικός συνώνυμα, καθοριστικόσ ο ρόλοσ τησ ελλάδασ στη διαμόρφωση τησ ευρωπαϊκήσ ψηφιακήσ στρατηγικήσ, καθοριστικός στα αγγλικα, καθοριστικός english, καθοριστικός λεξικό γλώσσας ισπανικά, καθοριστικός στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • καθορίζω στα ισπανικά - definir, delimitar, fijar, decidir, resolver, detallar, decidirse, ...
  • καθορισμένος στα ισπανικά - situar, serie, colocar, estatutario, conjunto, poner, fijo, ...
  • καθρέφτης στα ισπανικά - espejo, reflejar, luna, cristal, del espejo, espejos, con Espejos, ...
  • καθυστέρηση στα ισπανικά - retraso, detener, retardar, retrasar, atraco, demora, retardo, ...
Τυχαίες λέξεις
Καθοριστικός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: decisivo, determinante, factor determinante, determinantes, determinante de