Καθοριστικός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: καθοριστικός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
одредница, детерминанта, детерминантата, одлучувачки, детерминанти
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθοριστικός
καθοριστικόσ ετυμολογία, καθοριστικός συνώνυμα, καθοριστικόσ ο ρόλοσ τησ ελλάδασ στη διαμόρφωση τησ ευρωπαϊκήσ ψηφιακήσ στρατηγικήσ, καθοριστικός στα αγγλικα, καθοριστικός english, καθοριστικός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, καθοριστικός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- καθορίζω στα σλαβομακεδονικά - се дефинираат, дефинираат, се дефинира, дефинира, ги дефинираат
- καθορισμένος στα σλαβομακεδονικά - множество, фиксна, фиксен, фиксни, фиксната, фиксно
- καθρέφτης στα σλαβομακεδονικά - огледалото, огледало, мирор, Mirror, алтернативен сервер
- καθυστέρηση στα σλαβομακεδονικά - одложување, задоцнување, доцнење, одлагање, доцнењето
Τυχαίες λέξεις
Καθοριστικός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: одредница, детерминанта, детерминантата, одлучувачки, детерминанти
Μεταφράσεις: одредница, детерминанта, детерминантата, одлучувачки, детерминанти