Καθοριστικός στα τούρκικα

Μετάφραση: καθοριστικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kesin, determinant, belirleyici, belirleyicisi, belirleyicisidir, bir belirleyici
Καθοριστικός στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθοριστικός

καθοριστικόσ ετυμολογία, καθοριστικός συνώνυμα, καθοριστικόσ ο ρόλοσ τησ ελλάδασ στη διαμόρφωση τησ ευρωπαϊκήσ ψηφιακήσ στρατηγικήσ, καθοριστικός στα αγγλικα, καθοριστικός english, καθοριστικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, καθοριστικός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • καθορίζω στα τούρκικα - kararlaştırmak, belirlemek, tanımlamak, tanımlayabilirsiniz, tanımlar, tanımlayan, tanımlayabilir
  • καθορισμένος στα τούρκικα - takım, koymak, sabit, sabit bir, değişmez
  • καθρέφτης στα τούρκικα - ayna, Mirror, aynası, Aynalı, aynalar
  • καθυστέρηση στα τούρκικα - tehir, gecikme, geciktirmek, gecikmesi, geciktirme, bir gecikme, gecikmeli
Τυχαίες λέξεις
Καθοριστικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kesin, determinant, belirleyici, belirleyicisi, belirleyicisidir, bir belirleyici