Συνεταιρισμός στα ισλανδικά
Μετάφραση: συνεταιρισμός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
við höfum, höfum, Danssambandið, sem við höfum, danssamband sem við eigum
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεταιρισμός
συνεταιρισμός υδραυλικών λάρισας, συνεταιρισμός υδραυλικών βόλου, συνεταιρισμός ζωγράφου, συνεταιρισμός νομική μορφή, συνεταιρισμός γυναικών, συνεταιρισμός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συνεταιρισμός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- συνεσταλμένος στα ισλανδικά - feiminn, fælinn, huglítill
- συνετά στα ισλανδικά - skynsamlega, viturlega, vitur, skynsamlega til
- συνετό στα ισλανδικά - vitur, skynsamlegt, ráðlegt, vitru
- συνετός στα ισλανδικά - vís, hygginn, skynsamlegt, skynsamlegri, hyggilegt, ráðlegt, varúðarskyni
Τυχαίες λέξεις
Συνεταιρισμός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: við höfum, höfum, Danssambandið, sem við höfum, danssamband sem við eigum
Μεταφράσεις: við höfum, höfum, Danssambandið, sem við höfum, danssamband sem við eigum