Συνεταιρισμός στα κροατικά

Μετάφραση: συνεταιρισμός, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
suradnja, zadruga, suradnje, partnerstvo, partnerstva, partnerstvu, partnerski, društvo
Συνεταιρισμός στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεταιρισμός

συνεταιρισμός υδραυλικών λάρισας, συνεταιρισμός υδραυλικών βόλου, συνεταιρισμός ζωγράφου, συνεταιρισμός νομική μορφή, συνεταιρισμός γυναικών, συνεταιρισμός λεξικό γλώσσας κροατικά, συνεταιρισμός στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • συνεσταλμένος στα κροατικά - plašljiv, neodlučan, bojažljiv, stidljiv, hitac, povučen, plašljivi, ...
  • συνετά στα κροατικά - mudro, pametno, je mudro
  • συνετό στα κροατικά - uputan, preporučljiv, poželjan, mudar, mudri, pametno, mudro, ...
  • συνετός στα κροατικά - mudrom, izdašan, dobrohotan, razborit, dobronamjernom, pametan, mudar, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνεταιρισμός στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: suradnja, zadruga, suradnje, partnerstvo, partnerstva, partnerstvu, partnerski, društvo