Συνεταιρισμός στα ισπανικά

Μετάφραση: συνεταιρισμός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
socorrido, cooperativo, cooperativa, asociación, sociedad, colaboración, alianza, cooperación
Συνεταιρισμός στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεταιρισμός

συνεταιρισμός υδραυλικών λάρισας, συνεταιρισμός υδραυλικών βόλου, συνεταιρισμός ζωγράφου, συνεταιρισμός νομική μορφή, συνεταιρισμός γυναικών, συνεταιρισμός λεξικό γλώσσας ισπανικά, συνεταιρισμός στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • συνεσταλμένος στα ισπανικά - tímido, espantadizo, vergonzoso, tímida, tímidos, tímidas, timidez
  • συνετά στα ισπανικά - sabiamente, prudencia, sabiduría, con prudencia, con sabiduría
  • συνετό στα ισπανικά - sabio, prudente, sabia, sabios, racional
  • συνετός στα ισπανικά - prudente, discreto, sabio, benévolo, sensato, juicioso, prudentes, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνεταιρισμός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: socorrido, cooperativo, cooperativa, asociación, sociedad, colaboración, alianza, cooperación