Συνεταιρισμός στα τσεχικά

Μετάφραση: συνεταιρισμός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kooperativní, družstvo, družstevní, partnerství, o partnerství, partnerství v, Partnership, spolupráce
Συνεταιρισμός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεταιρισμός

συνεταιρισμός υδραυλικών λάρισας, συνεταιρισμός υδραυλικών βόλου, συνεταιρισμός ζωγράφου, συνεταιρισμός νομική μορφή, συνεταιρισμός γυναικών, συνεταιρισμός λεξικό γλώσσας τσεχικά, συνεταιρισμός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • συνεσταλμένος στα τσεχικά - ulekaný, opatrný, bojácný, stydlivý, plachý, ostýchavý, nesmělý, ...
  • συνετά στα τσεχικά - moudře, rozumně, uvážlivě, rozmyslem
  • συνετό στα τσεχικά - vhodný, moudrý, moudré, moudří, moudrá
  • συνετός στα τσεχικά - benevolentní, shovívavý, moudrý, vhodný, dobročinný, dobrotivý, laskavý, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνεταιρισμός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: kooperativní, družstvo, družstevní, partnerství, o partnerství, partnerství v, Partnership, spolupráce