Συνεταιρισμός στα φινλανδικά

Μετάφραση: συνεταιρισμός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kumppanuus, kumppanuuden, kumppanuutta, yhteistyössä, kumppanuuteen
Συνεταιρισμός στα φινλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεταιρισμός

συνεταιρισμός υδραυλικών λάρισας, συνεταιρισμός υδραυλικών βόλου, συνεταιρισμός ζωγράφου, συνεταιρισμός νομική μορφή, συνεταιρισμός γυναικών, συνεταιρισμός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, συνεταιρισμός στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • συνεσταλμένος στα φινλανδικά - vajaa, kaino, vauhko, säpsähtää, ujo, pelokas, säikky, ...
  • συνετά στα φινλανδικά - älykkäästi, viisaasti, järkevästi, viisaammin
  • συνετό στα φινλανδικά - suositeltava, mieleinen, viisas, haluttava, viisasta, viisaita, järkevää, ...
  • συνετός στα φινλανδικά - järkevä, aistikas, suopea, suositeltava, harkittu, haluttava, metodi, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνεταιρισμός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kumppanuus, kumppanuuden, kumppanuutta, yhteistyössä, kumppanuuteen